Monday, February 26, 2007

το Άγχος

Στον Heidegger η προκείμενη λέξη είναι angst. Αγωνία ή άγχος είναι οι μεταφράσεις του στα ελληνικά. Μέσα από έναν ετυμολογικό συσχετισμό που επιχειρεί ο Κ. Γεμενετζής στο κείμενό του “Το άγχος μέσα από έναν λόγο του Μ.Heidegger”[1] θα φανεί ότι το άγχος μπορεί να συνδεθεί με το υποκείμενο που αρνείται να αντικρίσει και να αποδεχθεί με αυθεντικότητα τις αντιθέσεις του κόσμου και της φύσης του. Το angst και το άγχος λοιπόν, έχουν πιθανώς κοινή ετυμολογική ρίζα, το αρχαίο ελληνικό ΑΓΧΙ, ΑΓΧΟΥ. Το άγχι συναντάται επίσης στην αγχιστεία και στην αγχόνη. Στην αγχιστεία συμβαίνει η συνάντηση του ξένου και οικείου μαζί, είναι η συγγένεια του ξένου και του οικείου. Στα αποσπάσματα του Ηράκλειτου σώζεται άλλη μια λέξη από την ίδια ρίζα ΑΓΧ- η οποία έχει παραδοθεί μεμονωμένη, δίχως συμφραζόμενα και η οποία θα μπορούσε να ονομάζει το προκείμενο. Ο Heidegger θέτει αυτή τη λέξη ως τίτλο ενός διαλόγου του το 1945¨: ΑΓΧΙΒΑΣΙΗ. Σύμφωνα με τα παραπάνω η Αγχιβασίη είναι βήματα προς την αγχιστεία. Ο δρόμος του άγχους είναι ο δρόμος προς την αγχιστεία που διασχίζεται με βήματα προς το ξένο και το οικείο. Βήματα σε μια κατάσταση στην οποία είναι κανείς βαθιά ξένος και οικείος μαζί, κάτι που συμβαίνει και στην υπνοβασία και την αϋπνία. Τα βήματα αυτά υπό την πίεση της αγχόνης εμφανίζονται εκεί όπου η καθήλωση σε μια μορφή έχει φτάσει σε αδιέξοδο. Τη στιγμή όπου με την ίδια σφοδρότητα, με την ίδια πιεστικότητα με την οποία είχε προηγουμένως καταπολεμηθεί η μια μορφή, η αντίθετή της εισβάλλει και διακηρύσσει την αγχιστεία της. Πρόκειται για τη συνάντηση του Είναι και του Μηδενός.

Ο Kirkegaard[2] περιγράφει το άγχος ως το φόβο του μηδενός. Με φιλοσοφικούς όρους δηλαδή το άγχος αναδύεται στο μέτρο που το άτομο αποκτά επίγνωση της ύπαρξής του απέναντι στην πάντοτε παρούσα δυνατότητα της μη ύπαρξης.
Η ριζική διαφορά μεταξύ άγχους και φόβου είναι ότι κατά τη διάρκεια του φόβου κινείται κανείς μακριά από το επίφοβο αντικείμενο, ενώ στο άγχος υπάρχει μια μόνιμη εσωτερική σύγκρουση και το άτομο έχει μια αμφιθυμική σχέση με το αντικείμενο. Η “ερμητικότητα” είναι ένας περιγραφικός όρος για τις διεργασίες της μπλοκαρισμένης εγρήγορσης, της αναστολής και των άλλων κοινών νευρωτικών αντιδράσεων στο άγχος, χαρακτηριστικά που υπάρχουν έντονα στον κάτοικο του Κτίσματος.

Το να έχει κανείς συνείδηση του εαυτού του είναι ένα μόνο μέρος του να έχει συνείδηση των αντικειμένων του περιβάλλοντος χώρου. Ακριβώς αυτή η επίγνωση της σχέσης μεταξύ του εαυτού και του κόσμου είναι που καταρρέει στο άγχος. Η σχέση αυτή καταρρέει επίσης στην υπνοβασία, καθώς ο υπνοβάτης χάνει την ιδέα ενός εξωτερικού κόσμου όταν βρίσκεται στο εσωτερικό της διαδρομής του . Το άγχος τείνει επίσης, να συσκοτίσει την αντίληψή για την αντικειμενική κατάσταση και την επίγνωση του εαυτού. Στο άγχος σε αντίθεση με το φόβο ως προς ένα συγκεκριμένο αντικείμενο η ανησυχία πολιορκεί ολόκληρη την προσωπικότητα έτσι ώστε το άτομο βιώνει ότι απειλείται η ίδια του η ύπαρξη.


Ο Σ. Φρόιντ στο κείμενό του “Αναστολή, σύμπτωμα και άγχος” θεωρεί το άγχος το θεμελιώδες φαινόμενο των νευρώσεων. Το φυσιολογικό άγχος ή αγχώδης ετοιμότητα είναι για τον Φρόιντ η έκφραση των ενστίκτων αυτοσυντήρησης ενώ το νευρωτικό άγχος είναι μια αναπαραγωγή και επανάληψη κάποιας ιδιαίτερης πολύ σημαντικής εμπειρίας του παρελθόντος που αναγκάζει το άτομο να βρίσκεται όχι σε κίνδυνο αλλά σε κατάσταση κινδύνου. Στην περίπτωση αυτή μια πρωταρχική πηγή επαναδραστηριοποιείται στο φόβο της πρόωρης απώλειας και συνεπώς στο φόβο απώλειας συνεπαγώμενων αξιών[3]. Κάτι ανάλογο συναντήσαμε στα πλαίσια του σεμιναρίου να συμβαίνει στην επίμονη επιστροφή σε καταστάσεις προσκόλλησης και ματαίωσης του παρελθόντος στα πλαίσια της αϋπνίας.

Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί μια τραυματική εμπειρία που ανακαλεί ο Κάφκα στο Γράμμα στον Πατέρα
[4] την οποία θεωρεί καθοριστική για τη μετέπειτα ζωή του: “ένα άγριο και τρομερό πέταγμα στο μπαλκόνι” .Ο εξοργισμένος πατέρας του, για ασήμαντο λόγο, άρπαξε, έσυρε, και άφησε στο μπαλκόνι μπροστά στην κλειστή πόρτα τον τετράχρονο γιο του. Σημειώνουμε την αντιστροφή του οιδιπόδειου, δηλαδή τον θρίαμβο του πατέρα και τον εξοστρακισμό του γιου, την τοποθέτηση του σ’ ένα αδύνατο τόπο, που είναι και δεν είναι το σπίτι και το γεγονός ότι μπροστά του ορθώνεται η “κλειστή πόρτα”. H ματαίωση του σπιτιού ως χώρος ασφάλειας, συμβαίνει μπροστά στην κλειστή πόρτα. Ό,τι αντιπροσωπεύει την ασφάλεια γίνεται επικίνδυνο μπροστά από μια κλειστή πόρτα.

Η σχέση είναι άμεση δεδομένου ότι ενώ ένα άτομο βιώνει διάφορους φόβους στη βάση του συστήματος ασφάλειας που έχει αναπτύξει, στο άγχος είναι το ίδιο το σύστημα ασφαλείας που απειλείται. Το άγχος χαρακτηρίζεται από τον Φρόιντ ως κοσμική εμπειρία γιατί κατέχει το άτομο ολοκληρωτικά, διαβρώνοντας όλο το υποκειμενικό του σύμπαν. Όντας μέσα σ’αυτό δεν μπορεί να σταθεί απ’ έξω και να το αντικειμενοποιήσει. Δεν μπορεί να το δεί ξεχωριστά απ΄ τον εαυτό του, γιατί η ίδια η αντίληψή του είναι διαβρωμένη από το άγχος. Κι αυτό γιατί προσβάλλει εκείνη τη βάση της ψυχολογικής δομής στην οποία συμβαίνει η αντίληψη του εαυτού σαν διακριτού από τον κόσμο των αντικειμένων. Πρόκειται δηλαδή και πάλι για μια παγίδευση μέσα στον ίδιο τον εαυτό που εμποδίζει την καθαρή συνείδηση της κατάστασης στην οποία βρίσκεται .


[1] Γεμενετζής Κ, “Το άγχος μέσα από έναν λόγο του Μ.Heidegger”,συμπλήρωμα στο Rollo May, To Νόημα του άγχους, Θεραπευτήριο Ν.Σπινάρη Α.Ε., Κοζάνη, 1999, σ.275-283.
[2] Κierkegaard S, The concept of dread, Princeton Univercity Press, Princeton, 1944.
[3] May Rollo, Το Νόημα του άγχους, Θεραπευτήριο Ν.Σπινάρη Α.Ε., Κοζάνη, 1999, σ.156.
[4] Κafka Franz, Γράμμα στον πατέρα, εκδ. Εγνατία, Θεσ/κη, 1978.

1 comment:

Γιώργος said...

Εξαιρετικό κείμενο!
Σε μια αναζήτηση ορισμού για την ψυχική υγεία, ήρθα αντιμέτωπος με το άγχος, τον παράγοντα που την αναιρεί. Το κείμενό σας μου συνόψισε όσα πρέπει να θυμάμαι για το άγχος. Συνοψίζοντας με την σειρά μου, κρατώ δύο νοερές απεικονίσεις: Στο φόβο, η απειλή είναι έξω από το τείχος που διαχωρίζει τους μηχανισμούς ασφάλειας.
Στην απεικόνιση του άγχους, ο εχθρός είναι εντός...
Σας ευχαριστώ πολύ